Άρθρα

                         

Η  KΕΡΚΥΡΑΪΚΗ ΜΑΣ ΨΑΛΤΙΚΗ


άρθρο του μακαριστού  π. Κωνσταντίνου Σουρβίνου στο περιοδικό ΄΄ΑΠΟΛΥΤΡΩΣΙΣ΄΄ της ομώνυμης Χριστιανικής Αδελφότητος  Κέρκυρας (Μάρτιος - Απρίλιος 2007  αρ. φύλλου 474- 475)

     Λέγοντας ΄΄Κερκυραϊκή Ψαλτική΄΄ εννοούμε το ξεχείλισμα της αγάπης και της ευγνωμοσύνης της Κερκυραϊκής ψυχής προς τον Πανάγαθο δωρεοδότη Θεό και τον προστάτη μας Άγιο Σπυρίδωνα.
      Το παγκοσμίως μοναδικό αυτό είδος ψαλτικής τέχνης μετεδόθη δια μέσου των γενεών από στόμα σε στόμα, με το αυτί, διότι δεν υπήρχαν γραμμένα με νότες τα ιερά τροπάρια και για πλέον από τρεις αιώνες καλλιεργήθηκε στην Κέρκυρα και άνθισε, διότι σε όλες τις Εκκλησίες του νησιού έψαλαν σ’ αυτό το ύφος, σ’ αυτόν τον παλμό.
      Οι Κερκυραίοι καλλίφωνοι ψάλτες με τους βοηθούς τους συνέπαιρναν και συγκινούσαν τους ευλαβείς Χριστιανούς, οι οποίοι σιγόψελναν και έτσι λαός και κλήρος έστελναν στον ουρανό σαν ευωδιαστό λιβάνι τις ουράνιες μελωδίες τους. Ο τρόπος αυτός της ψαλτικής είναι αυτός, που και σήμερα ακόμα ευτυχώς, ακούγεται στις τελετές και λιτανείες του Αγίου μας, όπως τον παραλάβαμε ανόθευτο από τους προγόνους μας Κερκυραίους ιεροψάλτες, και σε αρκετά χωριά. Ξεκίνησαν οι Κερκυραίοι να καλλιεργούν το είδος αυτό της εκκλησιαστικής μουσικής αφότου κάποιοι Κρήτες ιεροψάλτες, θέλοντας να αποφύγουν τον Τούρκο κατακτητή, έφτασαν πρόσφυγες στο νησί μας, μεταφέροντας εδώ το λεγόμενο  ΄΄Κρητικό ιδίωμα΄΄, ένα είδος πολυφωνικής Βυζαντινής μουσικής .
        Με βάση λοιπόν αυτά τα ακούσματα  και την Βυζαντινή μουσική, που έψαλλαν μέχρι τότε, οι Κερκυραίοι δημιούργησαν ένα καινούριο είδος πολυφωνικής μελωδικότατης και γλυκύτατης εκκλησιαστικής  μουσικής, βγαλμένη μέσα από τα βάθη της καλλιτεχνικής ψυχής τους.
      Οι περισσότεροι ασφαλώς θυμούνται τον μακαριστό Μητροπολίτη μας, τον Μεθόδιο, ο οποίος με την μελωδικότατη γλυκιά φωνή του απέδιδε θαυμάσια τους Κερκυραϊκούς ύμνους. Αλλά και ο Πολύκαρπος και ο Τιμόθεος οι διάδοχοί του, αγαπούσαν και εκτιμούσαν τον τοπικό αυτό μουσικό θησαυρό και σε κάθε ευκαιρία προσπαθούσαν να ψάλλουν όσο γνώριζαν είτε το ΄΄Φως Ιλαρόν΄΄, ή το ΄΄Κατευθυνθήτω΄΄ , είτε άλλα τροπάρια θαυμάσια στην ακοή.
      Αλλά και το σύνολο των Ιερέων γνώριζαν και έψαλλαν αυτές τις θαυμάσιες μελωδίες, με τις ωραίες Κερκυραϊκές φωνές τους, αλλά και οι ανιδιοτελείς Κερκυραίοι ψαλτάδες,  με τους πολλούς και αυτοσχέδιους βοηθούς τους, που πλαισίωναν τις εκκλησιαστικές μας χορωδίες.
     Τώρα στην Κέρκυρα,   ο Μητροπολίτης μας  κ. Νεκτάριος,  αν και μια ζωή έχει συνηθίσει άλλα ακούσματα, με αγάπη περισσή έχει αγκαλιάσει την προσπάθεια που γίνεται, για να περισώσουμε την ουράνια αυτή μουσική που αποτελεί την Εθνική Εκκλησιαστική κληρονομιά της Κέρκυρας.
       Την  μουσική μας αυτή  αγκάλιασαν μεγάλοι άνθρωποι, όπως ο Νικόλαος Μάντζαρος, ο οποίος έγραψε την ομώνυμη λειτουργία με βάση τα ακούσματα της εποχής, ο Αρίστος Μοναστηριώτης, ο οποίος με βάση το Κερκυραϊκό μοτίβο έγραψε θαυμάσιους εκκλησιαστικούς ύμνους και άλλοι πολλοί.
     Ο μακαριστός καθηγητής του Ιονίου Πανεπιστημίου Μάριος Μαυροειδής κατέγραψε σε Ευρωπαϊκή μουσική την παράκληση του Αγίου μας και την Οκτώηχο, αλλά και άλλες προσπάθειες έχουν γίνει ώστε να καταγραφεί όλος αυτός ο μουσικός θησαυρός. Εις τον Εσπερινό της Αγ. Βαρβάρας το 2005, χοροστατούσε μαζί με τον Μητροπολίτη μας, ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος, ο οποίος εξεφράσθη με τα καλύτερα λόγια για την τοπική μας ψαλτική.
       Αλλά και ο Αρχιεπίσκοπός μας κ. Χριστόδουλος*, όταν πριν χρόνια χοροστατούσε στον Εσπερινό του Αγ. Σπυρίδωνος, που έψαλλε πολυμελής βυζαντινός χορός, ζήτησε από τον καλλίφωνο π. Κων/νο Τζαφέστα, εφημέριο του Μητροπολιτικού μας Ναού, να ψάλλει με τον Κερκυραϊκό τρόπο το Απολυτίκιο του Αγίου μας, γεγονός που γέμισε χαρά όλους τους προσευχομένους Κερκυραίους.
      Όμως  και  όταν  χοροστατούσε  στον  Εσπερινό  του  Αγίου μας  ο  νυν  Μητροπολίτης  μας,  και στον Εσπερινό της Αγίας Θεοδώρας και άρχισε να ψάλλει το τριπλό Κερκυραϊκό ΄΄Κύριε ελέησον΄΄, τότε όλοι μαζί ΄΄εν ενί στόματι΄΄ κληρικοί και λαϊκοί, γεμάτοι ιερό ενθουσιασμό και ιερή συγκίνηση, ψάλλαμε το ΄΄Κύριε ελέησον΄΄.
      Αλλά  και στον Ιερό Ναό που λειτουργώ, όταν στην Λειτουργία ψάλλω το Εισοδικόν**, όλος ο κόσμος συμμετέχει διότι μιλάει στην Κερκυραϊκή ψυχή η δική της ψαλτική.
     Είναι  πάρα  πολλά τα γράμματα που λαβαίνουμε απ’ όλον τον κόσμο που κυκλοφορεί το CD με την Κερκυραϊκή ψαλτική***, απ’ την Ακαδημία Αθηνών, τον Αρχιεπίσκοπο, Επισκόπους, κληρικούς και λαϊκούς οι οποίοι εκφράζουν τον θαυμασμό τους γι’ αυτή την σπάνια Ιερή ψαλμωδία.
     Εύχομαι να βρεθούν οι κατάλληλοι άνθρωποι που θα αναδείξουν και θα αξιοποιήσουν τον μεγάλο αυτό θησαυρό.

*   To 2007 που γράφτηκε το άρθρο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών & πάσης Ελλάδος ήταν ο μακαριστός κυρός Χριστόδουλος
**    Ο π. Κώστας συνήθιζε να ψάλλει το Εισοδικό στα Κερκυραϊκά. 
***  Εδώ κάνει λόγο για τον ψηφιακό δίσκο Κερκυραϊκής ψαλτικής που  με δική του πρωτοβουλία,  σε συνεργασία με το φωνητικό σύνολο ΄΄τ’αργαστήρι΄΄, κυκλοφόρησε η Μητρόπολη  το 2000 και επανακυκλοφόρησε από την Χορωδία Κερκύρας το 2010.
         




Η ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΑΡΜΟΝΙΟΥ ΣΤΙΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΤΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΠΟΣΟ ΑΥΤΟ ΕΠΗΡΕΑΣΕ ΤΗΝ ''ΠΑΡΑΚΜΗ'' ΤΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΪΚΗΣ ΨΑΛΤΙΚΗΣ 


          Όταν το 1924 ο μακαριστός Μητροπολίτης Κερκύρας & Παξών (μετέπειτα Οικ. Πατριάρχης) Αθηναγόρας εισήγαγε το αρμόνιο και ταυτόχρονα τη χορωδιακή τετραφωνία στις Εκκλησίες της Κέρκυρας (για τη Θ.Λειτουργία, τους Χαιρετισμούς κ.α. και όχι για Εσπερινούς, Όρθρο και άλλες Ακολουθίες οι οποίες περιέχουν το βασικό κορμό της εκκλ. υμνογραφίας), το έκανε για ένα μοναδικό και σημαντικό λόγο. Δεν μπορούσε να ανεχθεί το γεγονός ότι οι Ορθόδοξοι Ναοί ήταν άδειοι από Ορθόδοξους πιστούς, οι οποίοι μη μπορώντας να συνηθίσουν την ''εισαγώμενη'' στην Κέρκυρα (κυρίως στην πόλη και κατά πολλούς ''αμανεδίζουσα'') Βυζαντινή μουσική, συνέρρεαν στους Ρωμαιοκαθολικούς Ναούς για να παρακολουθήσουν τις Ακολουθίες και κυρίως τη Θεία Λειτουργία.
       Για το σκοπό αυτό ανέθεσε στον αείμνηστο Αρίστο Μοναστηριώτη να μεταγράψει για χορωδία ένα μεγάλο μέρος  του κερκυραϊκού εκκλησιαστικού μέλους καθώς και τις βυζαντινές Λειτουργίες των Σακελλαρίδη και Πολυκράτη ώστε να ψάλλονται, συνοδεία αρμονίου στους Ορθόδοξους Ναούς, για να προσελκύσει και πάλι τα ''απωλολότα πρόβατα'' τους Ορθόδοξους πιστούς. Έξυπνη ομολογουμένως κίνηση !!
      Έτσι οι διασκευές-συνθέσεις του Μοναστηριώτη μαζί με την ήδη υπάρχουσα Ορθόδοξη Θ.Λειτουργία του Ν. Χ. Μαντζάρου, το αριστούργημα αυτό το οποίο έγραψε ο εθνικός μας συνθέτης βασισμένος στο κερκυραϊκό μέλος, έτσι όπως του το απέδωσε ο τότε εφημέριος  του Ναού του Αγ. Αντωνίου π. Ελευθέριος Παλατιανός, άρχισαν να χρησιμοποιούνται στην ορθόδοξη Λατρεία (ξανατονίζω μόνο στην Θ. Λειτουργία και τους Χαιρετισμούς) καθιερώνοντας έτσι την πολυφωνία και το αρμόνιο στους Ναούς της πόλεως.
      Δυστυχώς όμως, με την πάροδο  του χρόνου οι συνθέσεις, σε κερκυραϊκό μέλος, του Μοναστηριώτη, η Λειτουργία του Μαντζάρου καθώς και συνθέσεις άλλων Κερκυραίων μουσικοδιδασκάλων παραγκωνίστηκαν και σήμερα ακούγονται στις Λειτουργίες μόνο οι μετεγραμμένες για χορωδία βυζαντινές Λειτουργίες των Σακελλαρίδη-Πολυκράτη. Μόνο η Ακολουθία των Χαιρετισμών ακούγεται σήμερα και αυτό γιατί δεν υπάρχει μετεγραμμένο για χορωδία το βυζαντινό μέλος. Σε ότι αφορά τη χρησιμοποίηση στη Λατρεία της Λειτουργίας του Μαντζάρου, ο μόνος Ναός στον οποίον ακουγόταν μέχρι πριν από δύο χρόνια (2009) ήταν ο Ναός του Αγ. Βασιλείου πόλεως και αυτό χάρις την επιμονή του μακαριστού εφημέριού του πρωτοπρεσβύτερου Κων/νου Σουρβίνου.
      Σε  ότι  αφορά  τώρα τον  κύριο   κορμό της εκκλησιαστικής υμνογραφίας, ο οποίος βρίσκεται στις Ακολουθίες του Όρθρου, του Εσπερινού, αλλά και οι άλλες Ακολουθίες (Ευχέλαια, Γάμοι, Βαπτίσεις, Παρακλήσεις κ.α.), εδώ λόγω της μη χρησιμοποίησης αρμονίου αλλά και λόγω της μη ύπαρξης μουσικής  καταγραφής της Κερκυραϊκής ψαλτικής υμνογραφίας, βρέθηκε η ''εύκολη'' λύση του παραγκωνισμού της ντόπιας ψαλτικής και της αντικατάστασής της από την καταγεγραμμένη Βυζαντινή μουσική.
    Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι σήμερα ελάχιστοι να ασχολούνται και να γνωρίζουν την Κερκυραϊκή μας ψαλτική και αυτή να ακούγεται μόνο στα Βγάσματα και Μπάσματα του Αγίου μας και αυτό χάρη στην επιμονή μερικών Ιερέων.
     Η  Κερκυραϊκή  ψαλτική αποτελεί ιστορική μουσική συνέχεια ενός πολυφωνικού είδους Βυζαντινής μουσικής που ψαλλόταν σε πολλές επαρχίες του Βυζαντίου (και στα Ιόνια νησιά) κατά την προ της αλώσεως εποχή και δεν έχει καμία απολύτως μουσικολογική σχέση με την ευρωπαϊκή πολυφωνική εκκλησιαστική μουσική, όπως πολλοί κακοπροαίρετοι ισχυρίζονται λέγοντας ότι αποτελεί επιρροή της Καθολικής Δύσης στην Ορθόδοξη λατρεία. Γιατί αν είναι έτσι, που δεν είναι, τι θα μπορούσε να πει κανείς για το από που και από ποιούς έχει δεχθεί επιρροές η Βυζαντινή μουσική ;
      Είναι παρήγορο το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει μια προσπάθεια ανάδειξης και διάσωσης της Κερκυραϊκής ψαλτικής. Όλα ξεκίνησαν από έναν άνθρωπο, το μακαριστό π. Κώστα Σουρβίνο που με πολλούς κόπους και θυσίες κατέγραψε ηχητικά όλον αυτό το θησαυρό και τον μεταλαμπάδευσε σε μας τους νεώτερους.Τώρα που ο ίδιος βρίσκεται στην επουράνιο Βασιλεία, ο σπόρος που έριξε στις καρδιές μας όχι μόνο άνθισε αλλά καρποφόρησε και καρπός αυτού του σπόρου είναι και ο Χορός Κερκυραϊκής ψαλτικής που, υπό τη διεύθυνση του μουσικού-θεολόγου Γιώργου Μπογδάνου, ψάλλει στην Παράκληση κατά τις εορτές του Αγίου μας και σε διάφορους Ναούς της πόλεως και των χωριών σε πανηγύρεις, όπως έψαλαν οι προπάτορές μας Κερκυραίοι ψαλτάδες γεμίζοντας  αγαλλίαση τις κερκυραϊκές ψυχές.
      Σε ότι αφορά τη μουσική καταγραφή της Κερκυραϊκής ψαλτικής και το κενό που υπήρχε σε αυτόν τον τομέα μέχρι σήμερα, είμαι στην ευχάριστη θέση να σας ανακοινώσω ότι ο γράφων κατέγραψε και ψηφιοποίησε σε ευρωπαϊκή μουσική σημειογραφία όλο το υλικό που επί χρόνια με κόπο συγκέντρωσε ο π. Κώστας και είναι πλέον συγκεντρωμένο στο βιβλίο με τίτλο ''ΚΕΡΚΥΡΑΪΚΗ ΨΑΛΤΙΚΗ όπως την έψαλαν οι παλαιοί Κερκυραίοι ψαλτάδες'' που εκδόθηκε από τη Μητρόπολη Κερκύρας.
       Τελειώνοντας, και για να επανέλθω στον τίτλο της ανάρτησης, αρκετοί που έχουν κατά καιρούς ασχοληθεί με την κερκυραϊκή εκκλησιαστική Ιστορία λένε, και θεωρώ ότι έχουν δίκιο, ότι το αρμόνιο και η χρησημοποίησή του στις Εκκλησίες της Κέρκυρας αναμφίβολα ήταν μια καινοτομία η οποία συνέβαλε στην επιστροφή του εκκλησιάσματος στους Ναούς, από την άλλη όμως δόθηκε μεγάλη έμφαση στην Θεία Λειτουργία (και σωστά βέβαια αφού εκεί τελείται το κοσμοσωτήριο Μυστήριο της Θ.Ευχαριστίας), με αποτέλεσμα οι Ακολουθίες του Όρθρου και του Εσπερινού να έλθουν σε ''δεύτερη'' θέση και με αυτόν τον τρόπο έγινε ευκολότερη και χωρίς αντιδράσεις η εισαγωγή της Βυζαντινής μουσικής σε αυτές τις Ακολουθίες με συνέπεια τον παραγκωνισμό και την παρακμή της Κερκυραϊκής ψαλτικής, η οποία ευτυχώς αρχίζει σήμερα να αναγεννάται !!
                                                                             
                                                                           Παναγιώτης  Χασαπιάνος
                                                                                      Μουσικός

        
                                                                                                  

Ένας χρόνος χωρίς τον παπα-Κώστα


      Σήμερα  (24-05-12)  συμπληρώνεται ακριβώς ένας χρόνος από την ημέρα που έφυγε από κοντά μας ο μακαριστός πρωτοπρεσβύτερος π. Κωνσταντίνος Σουρβίνος.
Ήταν Τρίτη 24 Μαΐου 2011, λίγα λεπτά πριν τις εννέα το πρωί, όταν ο αγαπημένος μας Πνευματικός Πατέρας, ο παπα-Κώστας, άφηνε το φθαρτό και υλικό κόσμο μας για να περάσει στην αιωνιότητα, στον κόσμο της αφθαρσίας και της αληθινής ζωής.
Ένα χρόνο μετά είναι ίσως κατάλληλη στιγμή για να διατυπώσουμε κάποιες σκέψεις ορμώμενοι και εμπνεόμενοι από τη μεγάλη αυτή Ιερατική και Πνευματική προσωπικότητα του τόπου μας, τον «παπαΚώστα  απ’ τον Άη Βασίλη».    
Από τα πρώτα κιόλας χρόνια της διακονίας του άρχισε να διαφαίνεται το πλήθος των αρετών του και έτσι δεν άργησε να κερδίσει την αγάπη, την εκτίμηση και το σεβασμό όχι μόνο των ενοριτών του αλλά και ολόκληρης της κερκυραϊκής κοινωνίας.
Ήταν ένας απλός, προσιτός και ταπεινός άνθρωπος, ένας πράος και ήρεμος συνομιλητής. Όλες του οι ενέργειες  χαρακτηρίζονταν από αποφασιστικότητα και  αποτελεσματικότητα,  οι δε νουθεσίες του ήταν απόσταγμα σοφίας,  πάντα άμεσες και πρακτικά εφαρμόσιμες.
Η προσήλωσή του στις τοπικές εκκλησιαστικές παραδόσεις υπήρξε μνημειώδεις. Αυτό καταμαρτυρείται και από το γεγονός πως χάρη στις δικές του πολυετείς  και επίπονες προσπάθειες διασώζεται σήμερα καταγεγραμμένη η Κερκυραϊκή μας ψαλτική.
Όμως, πρώτα και πάνω απ’ όλα ήταν ένας πνευματικός και χαριτόβρυτος Ιερωμένος που άφησε πίσω του μια μεγάλη πνευματική παρακαταθήκη.
      Ως Λειτουργός των Θείων Μυστηρίων υπήρξε τυπικός και ακέραιος. Κάθε φορά που στεκόταν μπροστά από το Άγιο Θυσιαστήριο, για να τελέσει τη Θεία Λειτουργία ή κάποιο άλλο Μυστήριο, η ψυχή του ξεχείλιζε από Θείο πόθο. Ο Ναός πλημμύριζε από ιερή κατάνυξη την οποία  εύκολα μπορούσε να γευτεί όλο το εκκλησίασμα, γι’ αυτό άλλωστε και ήταν πάντοτε κατάμεστος από κόσμο. Τα κηρύγματά του ήταν σε απλή και κατανοητή γλώσσα, μα ταυτόχρονα ήταν μεστά θεολογικού και πνευματικού περιεχομένου.
Την ημέρα της κοίμησής του, ένας από τους πλέον καταξιωμένους Ιερείς της πόλεως μου είπε: «Σήμερα έφυγε το Νο 1 πετραχήλι της Πιάτσας». Ομολογώ πως εκείνη τη στιγμή η φράση αυτή, βγαλμένη μάλιστα από στόμα κληρικού, μου φάνηκε κάπως αδόκιμη. Αναλύοντάς την όμως στο μυαλό μου συνειδητοποίησα πως περιέγραφε, με απλά και σταράτα λόγια, το τί πραγματικά ήταν ο π. Κώστας. 
     Η  φήμη του  ως Εξομολόγου Πνευματικού είχε ξεπεράσει τα στενά όρια της ενορίας του, σε πολλές μάλιστα  περιπτώσεις και τα όρια του νησιού. Αυτή ήταν που κατεύθυνε τα βήματα των πιστών και πονεμένων ανθρώπων στον Άη Βασίλη.
Ο Ναός ήταν ανοικτός τις περισσότερες ώρες της ημέρας, κάθε μέρα και εκείνος ήταν εκεί για να ακούσει τον πόνο και τα προβλήματα του κάθε Χριστιανού που προσέτρεχε στο πετραχήλι του. Όταν καμιά φορά είχε κάποια δουλειά και έλειπε, στην κεντρική είσοδο του Ναού υπήρχε πάντα σημείωμα για το πού και το πώς θα τον έβρισκε όποιος τυχόν τον χρειαζόταν.   
      Το γραφείο του ήταν εξαιρετικά μικρό, μόλις δύο τετραγωνικά, με λίγα και απλά έπιπλα. Και όμως, μέσα σ’ εκείνο το γραφείο έβρισκε ανάπαυση κάθε κερκυραϊκή (και όχι μόνο) ψυχή που ζητούσε την πολύτιμη πνευματική στήριξη και βοήθειά του!
     Κάθε μέρα, εκατοντάδες άτομα περνούσαν από την Εκκλησία είτε για να ανάψουν ένα κερί, είτε για να εξομολογηθούν ή απλά για να τον καλημερίσουν. Ακόμα και μια απλή «καλημέρα» βγαλμένη από το Σεπτό του στόμα ήταν ικανή να καταπραΰνει τις ψυχές των ανθρώπων. Η ηρεμία του λόγου του και το πράο του χαρακτήρα του έκαναν τον συνομιλητή του να ηρεμεί και να σκέφτεται υπό άλλο πρίσμα  τα τυχόν προβλήματά του. Πόσες φορές είχε συμβεί και σε μένα να τον επισκεφθώ για να του πω μια «καλημέρα» και μετά να φύγω πιο ήρεμος, χωρίς τους  προβληματισμούς που πιθανόν να με διακατείχαν πριν την επίσκεψή μου!
    Άλλοτε πάλι,  τύχαινε να περπατώ στη χώρα (πόλη) ή να είμαι σε κάποιο λεωφορείο και να ακούω ανθρώπους όλων των ηλικιών, από κάθε γωνιά της Κέρκυρας να συζητάνε για εκείνον. «Πάω στον π. Κώστα, στον Άη Βασίλη να εξομολογηθώ», ήταν η πιο συνηθισμένη φράση που έλεγαν μεταξύ τους.
      Εκεί που πραγματικά ήταν να απορεί κανείς με την αντοχή του ήταν τις παραμονές των μεγάλων εορτών, κυρίως την πρώτη εβδομάδα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και τη Μεγάλη Εβδομάδα. Ο Ναός ήταν κατάμεστος από κόσμο όχι μόνο κατά τη διάρκεια των Ακολουθιών αλλά και πριν και μετά απ’ αυτές. Πλήθος κόσμου περίμενε υπομονετικά επί ώρες για να εξομολογηθεί. Εκείνος, παρά την κούραση των ημερών, άκουγε υπομονετικά κάθε πονεμένη ψυχή που ξεδίπλωνε τον πόνο της στο πετραχήλι του και είχε για  όλους ένα λόγο παρηγοριάς και συγχώρησης. Μερικές φορές ήταν τόσος ο κόσμος που δεν έκανε διάλειμμα ούτε για το μεσημέρι.  Ξεκινούσε νωρίς το πρωί με Ακολουθία, συνέχιζε με Εξομολόγηση, ξανά Ακολουθία και πάλι Εξομολόγηση.
       Ακόμα και όταν μετά από χρόνια η υγεία του κλονίστηκε, δε σταμάτησε να ασκεί το πνευματικό του έργο. Συνέχιζε με τον ίδιο ένθεο ζήλο, με τον ίδιο ρυθμό. Μάταια του λέγαμε να σταματήσει να δέχεται τόσο κόσμο, πως επιβαρύνει την υγεία του, πως πρέπει πια να προσέχει! Έλεγε πως το να ακούει τα προβλήματα των ανθρώπων και να δίνει παρηγοριά ήταν για εκείνον ανάπαυση ψυχής, ξεκούραση. Ακόμα και σε στιγμές ξεκούρασης ή ανάρρωσης στο χωριό του, τους Κυνοπιάστες, δε σταματούσε να δέχεται επισκέψεις από ανθρώπους που είχαν την ανάγκη του. Το συγκλονιστικότερο απ’ όλα είναι πως  και όταν βρισκόταν  στο κρεβάτι του πόνου, ακόμα και τις τελευταίες μέρες πριν την κοίμησή του εξακολουθούσε να έχει δίπλα του το πετραχήλι του και να εξομολογεί!
     Πριν από δύο χρόνια, γνώρισα στην Αθήνα μια κυρία, συνταξιούχο νοσηλεύτρια. Όταν της είπα πως κατάγομαι από την Κέρκυρα με ρώτησε αν γνώριζα τον π. Κώστα τον εφημέριο του Αγίου Βασιλείου. Απορημένος τη ρώτησα από πού τον ήξερε. Μου απάντησε πως όταν διορίστηκε η πρώτη της τοποθέτηση ήταν στο Νοσοκομείο της Κέρκυρας όπου έμεινε για ένα χρόνο και εκκλησιαζόμενη στον Άη Βασίλη τον γνώρισε, όταν ακόμα εκείνος ήταν νέος Ιερέας. Η πνευματικότητά του την είχε εντυπωσιάσει και παρόλο που είχε να τον δει ή να μάθει νέα του από τότε, είχε τις ωραιότερες αναμνήσεις από τη συναναστροφή μαζί του.
       Η συγκεκριμένη κυρία δεν είναι ο μοναδικός άνθρωπος, μη Κερκυραίος, που γνώριζε τον π. Κώστα. Είχε πολλά πνευματικά παιδιά και εκτός Κερκύρας. Κατά καιρούς είχα τη χαρά να γνωρίσω κάποια από αυτά. Η περίπτωσή της όμως με εξέπληξε γιατί αν και τον γνώρισε  για μικρό διάστημα, πριν από σαράντα χρόνια, τον θυμόταν με συγκίνηση.
     Μεγάλη ήταν η προσφορά του και στην κατήχηση των νέων παιδιών. Τα κατηχητικά σχολεία που επί χρόνια λειτουργούσαν στον Άη Βασίλη, με αποκλειστικά δική του φροντίδα, ήταν εκκολαπτήριο χριστιανικών ψυχών, καταξιωμένων αργότερα μελών της κερκυραϊκής κοινωνίας. Πολλοί σήμερα θυμόμαστε, με γλυκιά νοσταλγία, τα όμορφα εκείνα κυριακάτικα πρωινά του κατηχητικού, μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας!  
      Για  περίπου τέσσερις δεκαετίες ο π. Κώστας επιτελούσε τη μεγάλη πνευματική αποστολή του αθόρυβα, χωρίς «τυμπανοκρουσίες» και χωρίς να επαίρεται ποτέ και για τίποτα. Όλη του η βιωτή ήταν βασισμένη πάνω στην ταπείνωση του Τελώνου και πάντα έλεγε πως ότι κάνει, αν κάνει, γίνεται με τη βοήθεια του Θεού και μόνο. Ήταν  αυτός που είχε αναλάβει αγόγγυστα ένα μεγάλο μέρος από το  «βαρύ φορτίο» της Εξομολόγησης στην πόλη της Κέρκυρας. Η πνευματικότητα και η σοφία του είχαν καταστήσει τον Άη Βασίλη «πνευματική κυψέλη», εκείνος δε ήταν σίγουρα, στη συνείδηση του κόσμου, ένας  από τους πλέον καταξιωμένους Πνευματικούς της τοπικής μας Εκκλησίας κατά τις τελευταίες δεκαετίες.
      Σήμερα, ένα χρόνο μετά, αν και λείπει από κοντά μας εντούτοις η πνευματική παρουσία του είναι έντονη. Όλοι όσοι είχαμε την ευλογία να τον έχουμε Πνευματικό Πατέρα, «Πατέρα μας», τον αισθανόμαστε δίπλα μας, συνοδοιπόρο στης ζωής μας  τα  δύσκολα και ανηφορικά μονοπάτια, ακοίμητο πρεσβευτή μας στο Δωρεοδότη Χριστό.
      ΑΙΩΝΙΑ ΣΟΥ Η ΜΝΗΜΗ,  ΝΑ’ ΧΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΥΧΗ ΣΟΥ  ΑΞΕΧΑΣΤΕ, ΠΟΛΥΑΓΑΠΗΜΕΝΕ  ΜΑΣ  ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕ  ΠΑΤΕΡΑ...

                                                                    Παναγιώτης Σπ. Χασαπιάνος    
                                                                                 Μουσικός


Για τον παπα Κώστα απ’ τον Αη Βασίλη  


    Η πρώτη Εκκλησία, χαραγμένη στη μνήμη μου, είναι ο Άη Βασίλης στην Πίνια. Τέλη δεκαετίας 70, εγώ μικρό παιδί, καθημερινά απ’ τα παράθυρα του σπιτιού μου βλέπω τον Ναό του Αγ. Βασιλείου και τον εφημέριό του, τον ΄΄παπα Κώστα απ’ τον Άη Βασίλη΄΄, όπως τον ήξερε όλη η Κέρκυρα. Τότε, ο π. Κώστας, ακμαιότατος και ακούραστος, ήταν ΄΄επί σκοπόν΄΄ στον Ναό του για να φροντίζει τις ανάγκες των πιστών με οποιοδήποτε τρόπο. 
    Από  τότε, κάθε Κυριακή  στεκόμουν στο μπαλκόνι  για να ακούσω την Λειτουργία, που ήταν αρεστή στ’ αυτιά ενός μικρού τότε παιδιού, κάτι το γνώριμο και εντελώς διαφορετικό από άλλες Εκκλησίες που με είχαν πάρει. Αυτό που άκουγα ταίριαζε με κάτι το οικείο, το γλυκό, το μελωδικό που μάγευε ένα μικρό παιδί.
   Αργότερα έμαθα πως αυτό το τόσο γλυκό άκουσμα Λειτουργίας των παιδικών μου χρόνων, ήταν η παραδοσιακή Κερκυραϊκή ψαλτική την οποία κατέγραψε, διέσωσε και μεταλαμπάδευσε ο π. Κώστας απ’ τον Άη Βασίλη.
    Ο καιρός περνούσε και καθώς μεγάλωνα εγώ, μεγάλωνε κι ο π. Κώστας. Μεγάλωνε και ο σεβασμός μου, καθώς και όλου του κόσμου, για τον π. Κώστα, αλλά παράλληλα μεγάλωνε και η δικιά του αγάπη για όλους μας.
   Την 11η Δεκεμβρίου του 2010, στην Παράκληση του Αγίου καθώς και στα Μπάσματα στις 13-12-10, άκουσα για τελευταία φορά τη γλυκιά και μελωδική του φωνή, κουρασμένη πλέον…
   Την Κυριακή της Λαμπριάς, τον είδα για τελευταία φορά από κοντά στον Άη Γιάννη στην Πιάτσα, να προσκυνά την Ανάσταση. Ανταλλάξαμε ευχές, μιλήσαμε και μου έδωσε την ευλογία του. Το τέλος φαίνονταν να πλησιάζει.
    Την 24η Μαΐου 2011, ο π. Κώστας έφυγε από κοντά μας, μόνο λίγες μέρες μετά την ονομαστική του εορτή.
    Θα τον θυμάμαι πάντα με αγάπη, τον πρώτο παπά που γνώρισα, τον π. Κώστα που μ’ έμαθε από παιδί την Παράκληση τ’ Αγιού και κάθε φορά που θα είμαι στον Άγιο και θα σιγοψέλνω θα είναι πάντα παρών στη σκέψη μου, πάντα στην καρδιά μου…

                                                                                            Νικόλαος Τσιλιμπάρης
                                                                                                     Μουσικός

     

 Σκέψεις καρδιάς ενός 

πνευματικού αδελφού!!

     Με αφορμή το πνευματικό μνημόσυνο (26-05-2012) για τη συμπλήρωση ενός έτους από την κοίμηση του αγαπημένου μας πνευματικού πατέρα, του μακαριστού παπα-Κώστα, ο αγαπημένος μου πνευματικός αδελφός ΣΠΥΡΟΣ Σωτ. ΠΟΥΛΗΜΕΝΟΣ (Μπαρμπαρέλας) μου ζήτησε να αναρτήσω κάποιες σκέψεις βγαλμένες μέσα από την καρδιά του! Σας τις παραθέτω παρακάτω :  
     
     Η σχέση μου με τον παπα-Κώστα δεν θα μπορούσε να ήταν άλλη από αυτή γιού με πατέρα. Και αυτό γιατί, μετά το θάνατο του πατέρα μου, όταν εγώ βρισκόμουν ακόμη σε μικρή ηλικία, ο παπα-Κώστας τα χρόνια που ακολούθησαν, ήταν σε όλα τα στάδια της ζωής μου ένας πραγματικός φύλακας Άγγελός μου.
     Γενικότερα  όμως  η συμβολή του π. Κώστα, ως τρόπος ανάδειξης της προσφοράς του Ιερού Κλήρου στην κοινωνία, ήταν μεγάλη. 
    Το όνομα του παπα-Κώστα του Σουρβίνου γράφτηκε στην ιστορία της τοπικής μας Εκκλησίας, αλλά και πέρασε στη συνείδηση των Κερκυραίων (και όχι μόνο), με χρυσά γράμματα!
     Ήταν  ένας  από  τους  καλύτερους  Εξομολόγους  της  Κέρκυρας, ένας ακούραστος εργάτης στον Οίκο του Θεού, το Ναό του Αγίου Βασιλείου, όπου ήταν εφημέριος. Ήταν μια ανοιχτή αγκαλιά για όλους τους ανθρώπους που τον είχαν ανάγκη και προσέτρεχαν σε αυτόν. 
     Δεν σταμάτησε ακόμα και τις τελευταίες μέρες της ζωής του, ακόμα και όταν βρισκόταν στο νοσοκομείο, να απευθύνει πνευματικό λόγο σε όλους όσους τον επισκέπτονταν, δίνοντάς τους κουράγιο, ελπίδα αλλά και λύσεις στα διάφορα προβλήματα που τους απασχολούσαν. 
    Φρόντιζε ώστε τα παιδιά του κατηχητικού να έχουν ενεργό ρόλο στη ζωή της Ενορίας, αναθέτοντάς τους μικρά διακονήματα, όπως π.χ. το μάζεμα των λουλουδιών για τον Επιτάφιο, η ανάγνωση ύμνων στο ψαλτήρι, κ.α. Όλα αυτά, με την πάροδο του χρόνου, αποδείχθηκαν πνευματικά εφόδια για όλους μας που σήμερα συνεχίζουμε να υπηρετούμε το χώρο της Εκκλησίας. 
    Η  εκδήλωση,  που πραγματοποιήθηκε το περασμένο Σάββατο, είναι η απόδειξη της αναγνώρισης της ευεργεσίας μας και των συναισθημάτων που τρέφουμε εμείς, τα πνευματικά του παιδιά, προς αυτόν, αλλά και η γενικότερη απόδειξη της προσφοράς των κληρικών στην κοινωνία. 
     Είναι η επιβράβευση των κόπων του και της επιλογής του να αναθέσει στα χέρια της μικρής τότε παιδικής συντροφιάς του Αγίου Βασιλείου ένα τόσο σημαντικό μέρος της Ιστορίας της τοπικής μας Εκκλησίας, την Κερκυραϊκή ψαλτική, που έως πρόσφατα δεν ήταν καταγεγραμμένη, μαθαίνοντάς μας συγχρόνως να αγαπάμε τον τόπο μας και να διαφυλάττουμε τις τοπικές παραδόσεις που σχετίζονται με την Πίστη μας και να υμνούμε το Θεό και τον προστάτη Άγιό μας Κερκυραϊκά. 
     Αναμφισβήτητα ο π. Κώστας, με τον πνευματικό του λόγο, το αθόρυβο φιλανθρωπικό του έργο και τη ζωή του, ενέπνευσε γενιές ανθρώπων, σε μια εποχή που πολλές φορές εμείς οι ίδιοι οι γονείς δεν μπορούμε να εμπνεύσουμε τα παιδιά μας.
    Οφείλουμε να διαφυλλάξουμε, να διατηρήσουμε αλλά και να μεταλαμπαδεύσουμε στις επόμενες γενιές ότι παραλάβαμε από εκείνον. 
     Ας είναι αιωνία Του η μνήμη...

                                                                                ΣΠΥΡΟΣ  Σωτ. ΠΟΥΛΗΜΕΝΟΣ (Μπαρμπαρέλας)


Εκκλησιαστική Μουσική 


του κ. Γιώργου Γαστεράτου, Φιλόλογου - Ιστορικού

Πράγματι, νομίζω ότι στο Βυζάντιο υπήρχε η πολυφωνική μουσική, όπως υποστηρίζει ο Συμεών Θεσσαλονίκης (Κατά αιρέσεων), ο οποίος προσθέτει ότι το παλιό σύστημα της πολυφωνίας στο Βυζάντιο παρέλυσε από την εισβολή, το 1204, των προσηλωμένων σε ψαλμωδίες μονοφωνικού μέλους σταυροφόρων. Μάλιστα, επί Παλαιολόγων, δύο μονάχα ναοί, η Αγία Σοφία Κωνσταντινουπόλεως και ο Άγιος Δημήτριος Θεσσαλονίκης, κατόρθωσαν να διατηρήσουν το παλαιό σύστημα της πολυφωνίας.
Την ίδια γνώμη έχει και ο γνωστός μεσαιωνοδίφης Κωνσταντίνος Σάθας στο «Ιστορικόν Δοκίμιον περί του θεάτρου και της μουσικής των Βυζαντινών», όπου παραθέτει την πληροφορία (σελ. σνη΄) ότι «…εν έτει 614 ο Ηράκλειος θέλων να περιορίσει τον υπερπλεονάσαντα αριθμόν των εμμίσθων υπηρετών (οφφικιαλίων) του ναού της αγίας Σοφίας ώρισε, κατά την του Ιουστινιανού Νεαράν, τους μεν αναγνώστας εις 160, τους δε ψάλτας εις 25ּ γινώσκοντες δε ότι οι τότε αναγνώσται συνέψαλλον μετά των υποδεεστέρων το αξίωμα ψαλτών, ευκόλως εννοούμεν ότι 185 ψάλται ήτο αδύνατον να εκβάλλωσιν ένα και τον αυτόν τόνον».
Επίσης, νομίζω ότι, αν τα επτάνησα βρίσκονταν "υπό αλλόδοξη επιρροή", η θέση τους ήταν πολύ καλύτερη από άλλα μέρη που βρίσκονταν υπό αλλόθρηκη επιρροή! Αυτό είναι εύκολο να το διαπιστώσει κανείς αν αναλογιστεί πόσοι "ελλαδίτες" κατεύφευγαν διωγμένοι στα Επτάνησα. Ακόμη και αυτό το σεπτό λείψανο του Αγίου και θαυματουργού Σπυρίδωνος δεν θα ερχόταν στην Κέρκυρα αν δεν πίστευε ο Γεώργιος Καλοχαιρέτης ότι φέρνοντάς το εδώ δεν το εξασφάλιζε. Με άλλα λόγια δεν θα υπερβάλλαμε αν υποστηρίζαμε ότι τα Επτάνησα εκείνα τα δύσκολα χρόνια της δουλείας είχαν καταστεί λίκνο του χειμαζομένου γένους!
Αναφορικά με το "επάρατο' για πολλούς "Όργανο", αυτό ήταν εφεύρεση το 246 πΧ του Κτησιβίου, ενός κουρέα ελληνικής καταγωγής από την Αλεξάνδρεια. Η Ύδραυλις ή Ύδραυλος, που ήχησε εκείνη τη χρονιά στο εργαστήριο του Κτησιβίου, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένα μουσικό όργανο με σειρές ηχητικών σωλήνων, τους αυλούς.
Αργότερα στη Ρώμη και το Βυζάντιο έγινε αρκετά δημοφιλές, καθώς ηχούσε στους αρχαίους ελληνικούς μουσικούς τρόπους (λύδιος, φρύγιος κλπ). Όμως, επειδή και στη «Θάλεια» (άσματα αρειανών) επιβίωναν παλαιότερα αρχαιοελληνικά πολυτονικά μουσικά στοιχεία, θεωρείται πολύ πιθανό να συνόδευε κατ’ αρχάς την «Θάλεια» και αργότερα και την «Αντιθάλεια» (άσματα ορθοδόξων). Το γεγονός αυτό ενισχύει η ύπαρξη οργάνων στους ναούς της Αγίας Σοφίας, των Αγίων Αποστόλων και ίσως στο ναό των Βλαχερνών, εκτός από εκείνα που υπήρχαν στο Ιερό Παλάτιο και τον Ιππόδρομο. Ο ρόλος τους ήταν να συμμετέχουν σε επίσημες τελετές, όπως δοξολογίες, στις οποίες συμμετείχε ο αυτοκράτορας, παίζοντας όχι μελωδία αλλά ηχήματα συνοδεύοντας την ανθρώπινη φωνή.
Επίσης, το όργανον το συναντάμε και σε μία πράξη διπλωματίας: Το 757 μΧ ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ε΄ ο Κοπρώνυμος θέλησε να στείλει μία διπλωματική αποστολή στο βασιλιά των Φράγκων Πιπίνο τον Βραχύ, με στόχο να τον πάρει με το μέρος του στον εικονοκλαστικό του αγώνα. Η πρεσβεία, ανάμεσα στα άλλα, έφερε ως δώρο ένα όργανο, το οποίο ο Πιπίνος, θέλοντας να το αξιοποιήσει κατά τα ήδη υπάρχοντα δεδομένα, το τοποθέτησε στο ναό του Αγίου Κορνηλίου της Κομπιένης. Παρ’ όλα αυτά το όργανο (orgue) πολεμήθηκε ιδιαίτερα από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία που επέμεινε προσηλωμένη σε ψαλμωδίες μονοφωνικού μέλους (γρηγοριανό, αμβροσιανό κ.α.). Μόλις το 1100 μ Χ περίπου οριστικοποιήθηκε στη λειτουργία της η παρουσία του οργάνου, το οποίο, συν τω χρόνω, έγινε απαραίτητο και αναπόσπαστο συμπλήρωμα σε κάθε πλέον τελετουργία.
Τέλος, με την παρακμή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας εγκαταλείφθηκε, αφού η χρήση του ήταν στενά συνδεδεμένη με ένα λαμπρό τελετουργικό που είχε πια χαθεί. Εντούτοις, υπάρχει μία πληροφορία για την ύπαρξή του, που μας την διασώζει ο Γεώργιος Φραντζής στο «Βραχύ Χρονικόν» (κεφ. ΧΧΧ), αναφερόμενος σε μία βυζαντινή πρεσβεία του έτους 1449 στην Ιβηρία (Γεωργία): «Τη γαρ ιδ του οκτωβρίου μηνός του αυτού έτους εστάλην εγώ εις τε τον της Ιβηρίας μέπε, ήγουν βασιλέα, κυρ Γεώργιον και τον βασιλέα Τραπεζούντος κυρ Ιωάννην τον Κομνηνόν μετά χαρίτων αξιολόγων και παρασκευής πολλής και καλής, μετά αρχοντοπούλων και στρατιωτών και ιερομονάχων και ψαλτών και ιατρών και τεχνητών κροτούντων και όργανον, οι και ήκουον όνομα μεν αυτό, τι δε εστίν ουκ είδονּ και επιθυμούσαν ειδείν και ακούσαι οι Ίβηρες, και διά τούτο συνέτρεχον εκ των περάτων αυτής δη της Ιβηρίας, ίνα ακούσουσιν αυτού».
Όλα αυτά σχετικά με το όργανο στο Βυζάντιο τα γνώριζε ο μέγας ιεράρχης και Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας. Γνώριζε ότι Έλληνας ήταν ο πρώτος κατασκευαστής του, ότι ο ναός της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως είχε όργανο και πολυμελή πολυφωνική χορωδία, όπως είδαμε, και ότι «Από εμάς λοιπόν πήρε το Αρμόνιο η Ρωμαϊκή Εκκλησία και όχι εμείς από αυτούς», όπως έλεγε. Έτσι, κατά τη διάρκεια της αρχιερατείας του στην Κέρκυρα, «επανέφερε» τη χρήση του οργάνου στο ναό του Αγίου Σπυρίδωνος και έτσι «η Κέρκυρα είχε κάθε λόγο να καμαρώνει γιατί ύστερα από την Αγία Σοφία έχει από το έτος 1926 το μοναδικό προνόμιο να δοξάζη το Θεό «εν χορδαίς και οργάνοις» σύμφωνα με τις επιταγές του εστεμμένου Προφήτη του Ισραήλ» («Απολύτρωσις», τεύχος 72-76, 1973).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου